...ΚΑΛΑ, ΕΣΥ ΣΚΟΤΩΘΗΚΕΣ ΝΩΡΙΣ - Χρόνης Μίσσιος
Μαλακό εξώφυλλο.
Δημοτική γλώσσα, πολυτονικό σύστημα.
Πολύ καλή κατάσταση. Αμεταχείριστο. Μικρό κόψιμο στο οπισθόφυλλο [φωτο].
Μυθιστόρημα.
...ΚΑΛΑ, ΕΣΥ ΣΚΟΤΩΘΗΚΕΣ ΝΩΡΙΣ
Συγγραφέας: Χρόνης Μίσσιος
Εκδόσεις: ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Έτος εκδόσεως: 1985
Αριθμός σελίδων: 224
Διαστάσεις: 21x14---
Σου γράφω, όχι από τις φυλακές της Κέρκυρας, απ' την Αθήνα σου γράφω, σχετικά ελεύθερος... Όχι, δεν είμαι αδειούχος, νόμιμα και μόνιμα πολιορκημένος είμαι. Τέλος, δεν έχει σημασία από που σου γράφω, λίγο πολύ παντού το ίδιο είναι, φυλακή, τρελάδικο, κόμμα, κοινωνία... Ούτε μέσα σου δεν μπορείς να 'σαι πια. Όμως είσαι τόσο μόνος, σαν να πας κάθε πρωί για εκτέλεση...
Θέλω να σου μιλήσω για τα παλιά, για την παρέα. Εσύ ήσουνα τυχερός, πέθανες τότε, και μάλιστα από σφαίρα. Εμείς, άσ' τα, σαν κότες μας σεργιανάγανε από κοτέτσι σε κοτέτσι: Κέρκυρα, Γεντί Κουλέ, Αβέρωφ, Αίγινα, Γυάρο, Αλικαρνασσό, Μακρονήσι, Άι-Στράτη... Από γεωγραφία γίναμε ατσίδες, άσ' τα, κι από επαναστατική διαπαιδαγώγηση, που λένε, δεν πήγαμε πίσω... Να δεις αγώνες μελετημένους κάθε φορά που χάναμε και μπαίναμε στο κοτέτσι, να σου φύγει το καφάσι. Κάτι απεργίες πείνας τρελές, πέντε λεπτά παράταση στο άνοιγμα των κελιών, για να μας παίρνουν το πρωί και όχι αποβραδίς για εκτέλεση, και άλλα. Τους γαμήσαμε τη μάνα, που λένε... Τι να σου πω, κάθε φορά που χάναμε και μπαίναμε στο κοτέτσι, βρίσκαμε το... επαναστατικό μας περιεχόμενο. Κι από χαφιέδες, άλλο πράμα, τι να σου πω. Περίεργοι άνθρωποι, αλήθεια. Εμείς βέβαια τους είχαμε απομονωμένους, τους βρίζαμε, γενικά τους κάναμε τη ζωή δύσκολη, αλλά αυτοί εκεί, μαζί μας, στη φυλακή, στο ξύλο, στην πείνα, στο εκτελεστικό απόσπασμα, τι να σ' τα λέω... Βέβαια, μετά από κάποια ολομέλεια, άλλοι αποκατασταίνονταν και κάποιοι άλλοι γίνονταν χαφιέδες... βλέπεις, δεν μπορούσαμε να κάνουμε χωρίς αυτούς, μας είχαν γίνει απαραίτητοι. Χέσ' τα τώρα, τι σε ζαλίζω μ' αυτά, ξέρεις, της κοντής ψωλής, τα μαλλιά της φταίνε... [...] (Από την έκδοση)
Ο Χρόνης Μίσσιος (Καβάλα, 1930 − 20 Νοεμβρίου 2012) ήταν Έλληνας συγγραφέας, λογοτέχνης, αντιστασιακός, ακτιβιστής για τα δικαιώματα των ζώων και για ένα διάστημα παρουσιαστής σχετικών τηλεοπτικών εκπομπών.
Με τη λογοτεχνία ασχολήθηκε σε μεγάλη ηλικία. Το πρώτο του βιβλίο το 1985, το «Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς», ήταν αυτοβιογραφικό κείμενο γραμμένο σε συνειρμική και λαϊκή γλώσσα που εντάσσεται στην παράδοση της απομνημονευματογραφίας. Μετέτρεψε την οδυνηρή πολιτική του εμπειρία σε ζωντανό λογοτεχνικό μύθο, καταγγέλλοντας τόσο τα βασανιστήρια και τους βασανιστές του όσο και τους κομματικούς γραφειοκράτες της Αριστεράς και τον δογματισμό τους.
Τα επόμενα χρόνια δημοσίευσε τα έργα «Χαμογέλα, ρε… τι σου ζητάνε» (1988), «Τα κεραμίδια στάζουν» (1991), «Το κλειδί είναι κάτω από το γεράνι» (1996) και «Ντομάτα με γεύση μπανάνας» (2001)".