top of page
ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ - ΩΚΥΠΟΥΣ ΠΑΛΑΙΟΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ

ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ

Σκληρόδετο βιβλίο.

Δερμάτινη ράχη.

Χρυσοτυπίες και ανάγλυφα διακοσμητικά στοιχεία στα εξώφυλλα και στην ράχη.

Λόγια γλώσσα.

Εικονογραφημένο. Ένθετη ανδιπλούμενη εικόνα χειρόγραφου του Μακρυγιάννη.

Πολύ καλή κατάσταση. Εσωτερικό άθικτο.

ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ

Συγγραφέας: ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ

Πρόλογος-επιμέλεια: ΓΙΑΝΝΗ ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗ

Εκδόσεις: ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ

Έτος εκδόσεως: χ. χ. (δεκαετία 1960)

Σελίδες: μθ' + 574

Διαστάσεις: 24,5 Χ 18

---

Ο Ιωάννης Τριανταφύλλου, γνωστότερος ως Ιωάννης Μακρυγιάννης (Κροκύλειο Φωκίδας, 1797 - Αθήνα, 27 Απριλίου 1864), ήταν Έλληνας οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, στρατιωτικός, πολιτικός και συγγραφέας.

Αντιφατική φυσιογνωμία, ήρθε σε ρήξη με συναγωνιστές του για καθαρά οικονομικούς λόγους για τη διανομή οικοπέδων στην αθηναϊκή γη. Χαρακτηρίστηκε ισχυρά φιλοχρήματη προσωπικότητα, καθώς φαίνεται πως σχετίστηκε με τις ενδοοικογενειακές αναλώσεις των δανείων που συνήψαν οι ελληνικές κυβερνήσεις. Δήλωσε επίσης, κατά τη διάρκεια της Α΄ Εθνικής Συνελεύσεως των Ελλήνων (1843-1844): «Αν είναι να μείνωμε ημείς νηστικοί, ας πάη στο διάβολο η ελευθερία».

 

Τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη είναι ένα είδος γραπτής αυτοβιογραφίας που συνέταξε ο στρατηγός και ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης, Ιωάννης Μακρυγιάννης. Σε αυτά αποτυπώνει τις σκέψεις για τη δράση του, ενώ το έργο του είναι ένα από τα πρώτα δείγματα του είδους. Επίσης μας έχει αποδείξει ότι ο καθένας μπορεί να γίνει σπουδαίος για κάτι.

Ο Μακρυγιάννης άρχισε να γράφει τα Απομνημονεύματά του στο Άργος, όταν υπηρετούσε την Κυβέρνηση Καποδίστρια ως αρχηγός της εκτελεστικής δυνάμεως Πελοποννήσου, και συγκεκριμένα από τις 26 Φεβρουαρίου, 1829. Όπως αναφέρεται σε μεταγενέστερο πρόλογό του, που τον έγραψε κατά το 1850, όταν ξαναδιάβασε το έργο αντικατέστησε τα τρία πρώτα φύλλα του, που είχαν σαπίσει από την υγρασία, με άλλα όμοια, κατά την ουσία και όχι κατά γράμμα. Το έργο που ξεκίνησε στο Άργος το συνέχισε στο Ναύπλιο και κυρίως στην Αθήνα. Μετά την ολοκλήρωσή του, για λόγους προληπτικούς τα έκρυψε σε ένα τενεκέ. Η επιλογή να καταγράψει τα γεγονότα όπως τα έζησε «υποδεικνύει πως ο Μακρυγιάννης είχε διαμορφώσει, από πολύ νωρίς, μια προωθημένη αντίληψη για το βάρος που έχει η γραπτή αποτύπωση των γεγονότων».

Ο Μακρυγιάννης χρησιμοποιεί 142.687 λέξεις εκ των οποίων οι 54.701 είναι αυτές που συγκροτούν την βάση της γλωσσικής επικοινωνίας του. Τα ρήματα είναι 25.943 και τα ουσιαστικά 28.758 , τα προσηγορικά 21.070 και τα κύρια 7.688. Η γλώσσα του είναι ένα κράμα από τη ζωντανή δημοτική της εποχής με διαλεκτικά στοιχεία, πλήθος ξενισμών τουρκικής και δυτικής προέλευσης και με ισχυρή επιρροή από τη λόγια. Ένας γλωσσικός εκλογιοτατισμός των κειμένων επισημαίνεται από την σύγχρονη έρευνα, ο οποίος εξαφανίζει το αδρό ύφος του. Γράφει όπως ακούει τις λέξεις, π.χ. αντί Θήβα - Φήβα, Ελευσίνα - Λεψίνα. Χρησιμοποιεί ονομαστικές πληθυντικού όπως ανάκρισες, απόδειξες, δούλεψες. Οι γενικές του είναι ιδιόμορφες, το βρέφος του βρέφου. Δημιουργεί λέξεις, δικαιοκράτες, θαλασσοδύναμη, βαρυθύμωσε, αντοφέκηγος. Χρησιμοποιεί προθέσεις που προσδίδουν έμφαση, δηλαδή, καταβασανίζουν, καταδιαιρούν. Οι χυδαίες λέξεις δεν απουσιάζουν: γαμώ, καυλί, κώλος, καύλωναν. Ακούει λέξεις με το αφτί του και τις προσαρμόζει με τους φωνητικούς κανόνες της δημοτικής όπως ολίστια, αυτόφτης. Επίσης ενσωματώνει ξένες λέξεις, όπως ντισμπάρκο, ριτιράτα, νοφόρμα. Κάνει χρήση ενεργητικής μετοχής, όπως αγωνίζοντας. «Οι ιδιομορφίες στη γλώσσα και στον τρόπο γραφής του αποδίδονται στη μητρική γλώσσα του, σε μία "κοινή" δημώδη της εποχής, σε εσφαλμένες αποκαταστάσεις (υπερδιορθώσεις), σε πλημμελή απόδοση φθόγγων ή λέξεων και σε χαρακτηριστικά (συντακτικά-υφολογικά) του προφορικού λόγου». Για το ύφος επισημαίνεται η προφορικότητα, η βιωματική παρουσίαση και η έντονα συναισθηματική φόρτιση, ο προσωπικός σχολιασμός, η λαϊκότροπη αφηγηματική δομή, η αμεσότητα του λόγου με την κοφτή, ασύνδετη παρατακτική δομή του, με την αποφθεγματική λιτή και πυκνή διατύπωσή του, η άτακτη εναλλαγή χρόνων και η ευρεία χρήση του διαλόγου στην αφήγηση.

Τα Απομνημονεύματα έχουν μελετηθεί από άποψη πολιτική, εθνική, γλωσσική, λεξικογραφική, γραμματική, υφολογική, λαογραφική και πολιτισμική, ενώ έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά, Γαλλικά και Γερμανικά. Για τον Δημαρά, «δεν είναι αντικειμενικός, το έργο του δεν είναι μια μαρτυρία, είναι ένα τεκμήριο[...]τ'απομνημονεύματά του δονούνται ακόμα από τα πάθη των εμφύλιων σπαραγμών». Όσο για τη γλώσσα του ο Δημαράς τη θεωρεί σχεδόν ανόθευτη, ενώ το ύφος του είναι «κοντά στην ψυχή του». Ο Πολίτης, τα θεωρεί, ως την «πιο έγκυρη αποτύπωση του ήθους των αγωνιστών του Εικοσιένα». Ο Βίττι αναφέρει, «Σ' αυτόν τον ορμητικό τόνο είναι γραμμένο όλο το βιβλίο. Η γοητεία οφείλεται στην προφορικότητα του λόγου, που δεν υποτάσσεται σε μια συστηματική χρήση της δημοτικής αφού χρησιμοποιεί τύπους και εκφράσεις της γραφειοκρατίας και της δημοσιογραφίας». Για τον καθηγητή του Παντείου, Νίκο Θεοτοκά, «η βίωση και ερμηνεία της ιστορίας οργανώνονται ως απολογία και υποθήκη του ίδιου του ήρωα, του πατριδοφύλακα, προς τους συγχρόνους του και τις μεταγενέστερες γενιές».

30,00 € Regular Price
27,00 €Sale Price

Related Products

bottom of page